Το μηνολόγιο της ελιάς
Στο παραδοσιακό ελληνικό εορτολόγιο λαϊκές θρησκευτικές συνήθειες που ανάγονται και σε αρχαία ελληνικά έθιμα αφορούν σε συγκεκριμένες γιορτές χριστιανικών αγίων, τη χάρη των οποίων επικαλούνται οι πιστοί σε πρακτικές όπου το δένδρο, τα κλαδία ή οι καρποί της ελιάς παίζουν ρόλο σημαντικό, συνδυάζοντας στοιχεία της ορθόδοξης πίστης και παλαιότερες δοξασίες. Οι γιορτές αυτές, καθώς και διάφορα σχετικά γνωμικά, συνδέονται στενά με τη διαδοχή των εποχών και τις γεωργικές εργασίες που πραγματοποιούνται κατά την αντίστοιχη εποχή του χρόνου.
Ήλθε, ήλθε χελιδόνα,/ήλθε κι άλλη μελιηδόνα….. συνεχίζοντας το αρχαίο έθιμο του χελιδονίσματος (ήλθε, ήλθε χελιδών / καλάς ώρας άγουσα…).
Η νηστεία του ελαιόλαδου, επιβάλλεται κατά την περίοδο της Σαρακοστής. Σύμφωνα με τον Συμεώνα, το Νέο Θεολόγο, το έλαιον δεν καταλύεται, προκειμένου να μαραθεί η επιθυμία και να μαλακώσει η καρδιά των πιστών, να προετοιμαστεί για την προσευχή και την ένωση με το Θεό μέσω της Θείας Κοινωνίας. Αντίστοιχα, υπάρχουν κανόνες που αποτρέπουν την ακραία νηστεία, ειδικά όταν συμπίπτει με κάποια γιορτή.
Στις 6 Αυγούστου, γιορτή του Σωτήρος, έφτιαχναν λαδόπιτα με το πρώτο λάδι που την ευλογούσε ο παπάς, για να την προσφέρουν στους συγγενείς αλλά και σε όσους δούλευαν στην παραγωγή του ελαιόλαδου, για να πάει καλά η σοδειά.
Μπροστά στην εικόνα του Αγίου Φανουρίου, που εορτάζεται στις 27 Αυγούστου, οι πιστοί κρατούσαν ακοίμητο το λαδοκάντηλο, για να «φανερώσει» ο Άγιος τα χαμένα αντικείμενα. Την ημέρα της γιορτής του φτιάχνουν και τη φανουρόπιτα με λάδι, για να βρουν τα χαμένα.
Στις 29 Αυγούστου, γιορτή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου και μοναδικού προστάτη κατά της ελονοσίας (Αγ. Ιωάννης Ριγολόγος) επιβάλλεται απόλυτη νηστεία: «Για τ’ Αϊ Γιαννιού τη χάρη, μούδε λάδι μούδε ψάρι». Όποιος δεν τηρήσει τη νηστεία, τιμωρείται με ρίγη.
Γνωστά στο τέλος του Οκτωβρίου ήταν τα «καζανέματα», η Παρασκευή δηλαδή του σαπουνιού μετά τη συγκέντρωση του παλιού λαδιού, που έπρεπε οπωσδήποτε να προηγηθεί της νέας ελαιοκομικής περιόδου.
Με το μήνα αυτό συνδέεται το «ραντολόι» ή «κουκκολόι», που σχετίζεται με τη χριστιανική ευποιία. Μετά τη συγκομιδή των ελαιών, οι φτωχοί, ειδοποιημένοι από τον παπά του χωριού κατά τον κυριακάτικο εκκλησιασμό, μπορούσαν να πάνε ελεύθερα στα κτήματα των πλουσίων, να ρίξουν και να μαζέψουν όσες ελιές είχαν μείνει στις κορυφές των δένδρων. Ο νοικοκύρης που είχε ήδη ειδοποιήσει τον παπά ότι είχε μαζέψει τον καρπό, απαγορευόταν να επιστρέψει και να «ραντολοήσει» τις ελιές των φτωχών.
Στις 30 Νοεμβρίου, ημέρα μνήμης του Αγίου Ανδρέα, στα Κύθηρα συνήθιζαν να κάνουν «αρτοκλασία» στους ναούς του και τηγανίτες με νέο λάδι. Επικρατούσε η αντίληψη ότι όποιου αγνοούσε το έθιμο τρυπούσε το τηγάνι του και δεν πρόκοβε το σπιτικό του για τούτο τον έλεγαν και «Τρυποτηγανά».
Δεκέμβριος
Οι ψαράδες και οι ναυτικοί για να γαληνέψουν τη θάλασσα ρίχνουν λάδι, ιδιαίτερα το λάδι του καντηλιού της εικόνας του Αγίου Νικολάου, που γιορτάζει στις 6 Δεκεμβρίου. Το ίδιο κάνουν για να τους σώσουν οι δικοί τους από τη στεριά σε περίπτωση τρικυμίας, συνήθεια που είχαν και οι Βυζαντινοί ναυτικοί.
Λάδι χάριζαν στις ελαιοπαραγωγικές περιοχές, όπως στην Κρήτη και στους καλαντιστές (των Χριστουγέννων, των Φώτων, του Πάσχα).
Η ελιά στη λογοτεχνία
Η ελιά στον Όμηρο
- Σημάδι
που ορίζει τον τόπο είναι η ελιά στο λιμάνι της Ιθάκης,φυτρωμένη στον κόρφο του
λιμανιού του Φόρκυνα.
-
…’’Είναι κάποια ελιά στενόφυλλη στου
λαμπρού λιμανιού την κόχη
-
και δίπλα της γαλαζοσκότεινο χαριτωμένο
σπήλιο..’’
ραψ. Ν. 102-103
- Κάτω
από τον ίσκιο μιας ιερής ελιάς κάθεται ο Οδυσσέας παρέα με την Αθηνά που τον αγαπά και τον προστατεύει …κι έπειτα
πλάι στης άγιας κάθισαν ελιάς τη ρίζα οι δυο τους μαζί το χαλασμό των άνομων να
βουλευτούν μνηστήρων…
ραψ. Ν 371-373
ραψ. Ν 371-373
- Με
το ανθεκτικό ξύλο της ελιάς έφτιαξε ο Οδυσσέας το νυφικό κρεβάτι με τα χέρια
του.
- Με
τους παρακάτω στίχους περιγράφει στη γυναίκα του, την Πηνελόπη, πώς κατασκεύασε
τη συζυγική τους κλίνη:
…Φύτρωνε δέντρο, ελιά στενόφυλλη μες στον αυλόγυρο μας ξεπεταμένο κι ολοφούντωτο, χοντρό σαν κολόνα… έκοψα απάνω της στενόφυλλης ελιάς κλαδιά και φούντα, και τον κορμό απ’τη ρίζα κλάδεψα, προσεκτικά, πιδέξια με το σκεπάρνι πελεκώντας τον, με στάφνη ισιώνοντας τον, κλινόποδο να γένει, κι άνοιξα με το τρυπάνι τρύπες.
ραψ. Ψ 190-197
…Φύτρωνε δέντρο, ελιά στενόφυλλη μες στον αυλόγυρο μας ξεπεταμένο κι ολοφούντωτο, χοντρό σαν κολόνα… έκοψα απάνω της στενόφυλλης ελιάς κλαδιά και φούντα, και τον κορμό απ’τη ρίζα κλάδεψα, προσεκτικά, πιδέξια με το σκεπάρνι πελεκώντας τον, με στάφνη ισιώνοντας τον, κλινόποδο να γένει, κι άνοιξα με το τρυπάνι τρύπες.
Λορέντζος Μαβίλης
Η
εικόνα της ελιάς, που χαρακτηρίζει μέσα στους αιώνες το Ελληνικό τοπίο, έχει
εμπνεύσει πολλούς νεότερους ποιητές. Ο Λορέντζος Μαβίλης αφιέρωσε στη γέρικη
ελιά το ακόλουθο σονέτο:
Στην κουφάλα σου εφώλιασε μελίσσι,
Γέρικη ελιά, που γέρνεις με τη λίγη
πρασινάδα που ακόμα σε τυλίγει
Σα να ’θελε να σε νεκροστολίσει.
Και το κάθε πουλάκι στο μεθύσι
Της αγάπης πιπίζοντας ανοίγει
πρασινάδα που ακόμα σε τυλίγει
Σα να ’θελε να σε νεκροστολίσει.
Και το κάθε πουλάκι στο μεθύσι
Της αγάπης πιπίζοντας ανοίγει
στο κλαρί σου ερωτιάρικο κυνήγι.
Στο κλαρί σου που δεν θα ξανανθίσει.
Ώ πόσο στη θανή θα σε γλυκάνουν,
Με τη μαγευτική βοή που κάνουν,
Ολοζώντανες νιότης ομορφάδες
Που θύμησες μέσα σου πληθαίνουν
Ώ να μπορούσαν έτσι να πεθαίνουν
Κι άλλες ψυχές της ψυχής σου αδερφάδες.
Στο κλαρί σου που δεν θα ξανανθίσει.
Ώ πόσο στη θανή θα σε γλυκάνουν,
Με τη μαγευτική βοή που κάνουν,
Ολοζώντανες νιότης ομορφάδες
Που θύμησες μέσα σου πληθαίνουν
Ώ να μπορούσαν έτσι να πεθαίνουν
Κι άλλες ψυχές της ψυχής σου αδερφάδες.
Κωστής Παλαμάς
Ο
Κωστής Παλαμάς θαμπωμένος από το ελαιόφυτο ελληνικό τοπίο, βλέπει στην ελιά τη
διαχρονικότητα του ελληνικού κόσμου.
Είμαι του ήλιου η θυγατέρα
H πιο απ’ όλες χαϊδευτή.
Χρόνια η αγάπη του πατέρα
Σ’ αυτόν τον κόσμο με κρατεί.
Όσο να πέσω νεκρωμένη,
Αυτόν το μάτι μου ζητεί.
Είμ’ η ελιά η τιμημένη.
Δεν είμ’ ολόξανθη, μοσχάτη
Tριανταφυλλιά ή κιτριά·
Θαμπώνω της ψυχής το μάτι,
Για τ’ άλλα μάτια είμαι γριά.
Δε μ’ έχει αηδόνι ερωμένη,
M’ αγάπησε μία θεά·
Eίμ’ η ελιά η τιμημένη.
H πιο απ’ όλες χαϊδευτή.
Χρόνια η αγάπη του πατέρα
Σ’ αυτόν τον κόσμο με κρατεί.
Όσο να πέσω νεκρωμένη,
Αυτόν το μάτι μου ζητεί.
Είμ’ η ελιά η τιμημένη.
Δεν είμ’ ολόξανθη, μοσχάτη
Tριανταφυλλιά ή κιτριά·
Θαμπώνω της ψυχής το μάτι,
Για τ’ άλλα μάτια είμαι γριά.
Δε μ’ έχει αηδόνι ερωμένη,
M’ αγάπησε μία θεά·
Eίμ’ η ελιά η τιμημένη.
Όπου κι αν λάχω κατοικία,
Δε μ’ απολείπουν οι καρποί·
Ώς τα βαθιά μου γηρατειά
Δε βρίσκω στη δουλειά ντροπή·
Μ’ έχει ο Θεός ευλογημένη
Kι είμαι γεμάτη προκοπή·
Eίμ’ η ελιά η τιμημένη.
Φρίκη, ερημιά, νερά και σκότη,
Tη γη εθάψαν μια φορά·
Πράσινη αυγή με φέρνει πρώτη
Στο Nώε η περιστερά·
Όλης της γης είχα γραμμένη
Tην εμορφιά και τη χαρά·
Eίμ’ η ελιά η τιμημένη.
Εδώ στον ίσκιο μου από κάτου
Ήρθ’ ο Χριστός ν’ αναπαυθεί,
Kι ακούστηκε η γλυκιά λαλιά του
Λίγο προτού να σταυρωθεί·
Το δάκρυ του, δροσιά αγιασμένη,
Έχει στη ρίζα μου χυθεί·
Eίμ’ η ελιά η τιμημένη.
Δε μ’ απολείπουν οι καρποί·
Ώς τα βαθιά μου γηρατειά
Δε βρίσκω στη δουλειά ντροπή·
Μ’ έχει ο Θεός ευλογημένη
Kι είμαι γεμάτη προκοπή·
Eίμ’ η ελιά η τιμημένη.
Φρίκη, ερημιά, νερά και σκότη,
Tη γη εθάψαν μια φορά·
Πράσινη αυγή με φέρνει πρώτη
Στο Nώε η περιστερά·
Όλης της γης είχα γραμμένη
Tην εμορφιά και τη χαρά·
Eίμ’ η ελιά η τιμημένη.
Εδώ στον ίσκιο μου από κάτου
Ήρθ’ ο Χριστός ν’ αναπαυθεί,
Kι ακούστηκε η γλυκιά λαλιά του
Λίγο προτού να σταυρωθεί·
Το δάκρυ του, δροσιά αγιασμένη,
Έχει στη ρίζα μου χυθεί·
Eίμ’ η ελιά η τιμημένη.
Γιάννης Ρίτσος
·
Στην ποίηση του Γιάννη Ρίτσου η ελιά είναι
σχεδόν ταυτισμένη με το ελληνικό τοπίο. Πυρωμένα λιθάρια, ορφανές ελιές και
αμπέλια συνθέτουν το «σκληρό» (σαν τη σιωπή) τοπίο. Μόνο που οι ρίζες του
δέντρου σκοντάφτουν στο μάρμαρο.
·
Ετούτο το τοπίο είναι σκληρό σαν τη σιωπή,
σφίγγει στον κόρφο του τα πυρωμένα του λιθάρια, σφίγγει το φώς τις ορφανές
ελιές και τ’ αμπέλια του, σφίγγει τα δόντια. Δεν υπάρχει νερό. Μονάχα φώς. Ο
δρόμος χάνεται στο φώς και ο ίσκιος της μάντρας είναι σίδερο. Μαρμάρωσαν τα
δέντρα, τα ποτάμια κ’ οι φωνές μες στον ασβέστη του ήλιου. Η ρίζα σκοντάφτει
στο μάρμαρο.
·
Κάποτε-κάποτε ορίζει τη διαχρονικότητα του
τοπίου: «στην ίδια ελιά το τσόφλι του περσινού τζίτζικα κ’ η φωνή του φετινού
τζίτζικα..»
Οδυσσέας Ελύτης
·
Ο Οδυσσέας Ελύτης φαίνεται γοητευμένος από
την ελαιοκομική παράδοση του τόπου του, της Λέσβου. Στο «Άξιον εστί», μιλά για
τους θεούς που αδειάζουν το λάδι στα κιούπια.
·
…Εκεί ρόδια, κυδώνια θεοί μελαχρινοί, θεοί κι
εξάδελφοι το λάδι αδειάζοντας μες στα πελώρια κιούπια…
…και πολύ πιο βαθιά πίσω από τα κύματα στο νησί με τους κόλπους των ελαιώνων…
Στο πασίγνωστο ποίημα «ο Ήλιος» ο ποιητής- ήλιος χαιρετίζει το ελληνικό τοπίο στο οποίο κυρίαρχη θέση κατέχει η ελιά:
…και πολύ πιο βαθιά πίσω από τα κύματα στο νησί με τους κόλπους των ελαιώνων…
Στο πασίγνωστο ποίημα «ο Ήλιος» ο ποιητής- ήλιος χαιρετίζει το ελληνικό τοπίο στο οποίο κυρίαρχη θέση κατέχει η ελιά:
·
Έ! σεις στεριές και θάλασσες τ’ αμπέλια κι οι
χρυσές ελιές
·
Ακούτε τα χαμπέρια μου
·
Μέσα στα μεσημέρια μου :
·
Σ’ όλους τους τόπους κι αν γυρνώ
·
Μόνον ετούτον αγαπώ.
Στρατής Μυριβήλης
Επίσης
από τη Λέσβο στην καταγωγή, γεννημένος και μεγαλωμένος μέσα στους ελαιώνες της
Συκαμιάς γράφει για τα γέρικα ελαιόδεντρα:
«Οι κορμοί των δέντρων είναι βασανισμένοι από μια αγωνιώδη προσπάθεια. Συστρέφονται, γονατίζουν να προσευχηθούν, υψώνουν σκληρά μπράτσα, μέλη τυραννισμένα από την κίνηση, όλο αγκώνες και γόνατα. Οι στριφτές ρίζες βυζαίνουν από τη καρδιά της γης το χρυσό λάδι, για το καντήλι των Αγίων και για τη σαλάτα του φτωχού».
«Οι κορμοί των δέντρων είναι βασανισμένοι από μια αγωνιώδη προσπάθεια. Συστρέφονται, γονατίζουν να προσευχηθούν, υψώνουν σκληρά μπράτσα, μέλη τυραννισμένα από την κίνηση, όλο αγκώνες και γόνατα. Οι στριφτές ρίζες βυζαίνουν από τη καρδιά της γης το χρυσό λάδι, για το καντήλι των Αγίων και για τη σαλάτα του φτωχού».
(«Απ’
την Ελλάδα»)
Γιώργος Σεφέρη
Στον
«Αστυάνακτα» του Γιώργου Σεφέρη η ελιά αποτελεί δομικό στοιχείο της
πατρογονικής κληρονομιάς:
«Οι ελιές με τις ρυτίδες των γονιών μας, τα βράχια με τη γνώση των γονιών μας και το αίμα του αδερφού μας ζωντανό στο χώμα ήτανε μια γερή χαρά μια πλούσια τάξη για τις ψυχές που γνώριζαν την προσευχή τους».
«Οι ελιές με τις ρυτίδες των γονιών μας, τα βράχια με τη γνώση των γονιών μας και το αίμα του αδερφού μας ζωντανό στο χώμα ήτανε μια γερή χαρά μια πλούσια τάξη για τις ψυχές που γνώριζαν την προσευχή τους».
Η
παμπάλαια ελιά μπορεί να δακρύσει στα ποιητικά του οράματα:
Ο
κ. Στρατής Θαλασσινός περιγράφει «έναν άνθρωπο»:
«Δεν
φανταζόμουν έτσι τη θλίψη και το θάνατο έφυγα και ξαναγύρισα στη θάλασσα. Τη
νύχτα πάνω στην κουβέρτα του Αη-Νικόλα ονειρεύτηκα μια παμπάλαια ελιά να
δακρύζει».
Αποσπάσματα
από το Περιβαλλοντικό πρόγραμμα του Γυμνασίου Κερατέας: «Ελιά μου ασημοπράσινη,
θαλασσοκυματούσα..», που υλοποίησαν μαθητές της Γ΄ τάξης με ομάδα καθηγητών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου