Παρασκευή 25 Ιουνίου 2010

ΑΥΤΟΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΜΟΝΑΔΑΣ – ΒΗΜΑ ΠΡΟΣ ΤΗ ΣΩΣΤΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ

Το Υπουργείο Παιδείας προγραμματίζει για το ερχόμενο σχολικό έτος την πιλοτική εισαγωγή της αυτοαξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου στη σχολική μονάδα, με στόχο: «να αναδείξει τη σχολική μονάδα ως βασικό φορέα προγραμματισμού και υλοποίησης του εκπαιδευτικού έργου και να βελτιώσει την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης». «Βασική επιδίωξη του Υπουργείου είναι η ενδυνάμωση της σχολικής μονάδας και των παραγόντων που την συναποτελούν (εκπαιδευτικοί, μαθητές, γονείς), οι οποίοι με τις δράσεις τους να οδηγηθούν σε μια αποτελεσματική οργάνωση, διοίκηση και διαχείριση της σχολικής μονάδας».
Ειδικότερα η αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας σύμφωνα με τον προγραμματισμό, περιλαμβάνει τους τομείς που αφορούν τα μέσα και τους πόρους της Σχολικής Μονάδας, τη διοίκηση της Σχολικής Μονάδας, το κλίμα και τις σχέσεις μεταξύ των παραγόντων της εκπαιδευτικής κοινότητας, τις Εκπαιδευτικές διαδικασίες και τα Εκπαιδευτικά αποτελέσματα.
Αν κάνουμε μια αναδρομή στο παρελθόν θα θυμηθούμε (ο γράφων ως μαθητής) τον αυταρχικό θεσμό του Επιθεωρητή, ο οποίος ήλεγχε και βαθμολογούσε την εκπαιδευτική επάρκεια των καθηγητών. Ο θεσμός αυτός λειτούργησε για πολλά χρόνια, αλλά η χρησιμότητά του υπήρξε αμφίβολη αφού είχε ως κύριο στόχο τον έλεγχο του εκπαιδευτικού και όχι την βελτίωση της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Στην χώρα μας, μέσα στην απαράδεκτη ισοπεδωτική λογική της κατάργησης κάθε υποτιθέμενης αυταρχικής και συντηρητικής δομής και στη Δημόσια Εκπαίδευση επικράτησε στα χρόνια της Μεταπολίτευσης η αναξιοκρατία, η κατάργηση της ιεραρχία και η απαξίωση του εκπαιδευτικού και του Δημόσιου Σχολείου. Μέσα από τις κομματικές διαδρομές υπηρετήθηκαν αλλότριοι στόχοι έξω από τη σχολική ζωή με συνέπεια να αποδυναμωθεί η δυνατότητα ουσιαστικών παρεμβάσεων βελτίωσης της παρεχόμενης Εκπαίδευσης και οι μαθητές αλλά και οι γονείς να βιώνουν ένα Σχολείο που δεν ικανοποιεί τις ανάγκες της σύγχρονης κοινωνίας, δεν προσφέρει βαθιά και ουσιαστική γνώση.
Μέσα από αυτή την πορεία των 35 χρόνων της συνεχώς υποβάθμισης της Δημόσιας Εκπαίδευσης, αναδείχτηκε η τραγική ευθύνη των κομματικά οργανωμένων συντεχνιών και βέβαια η έλλειψη οράματος, στρατηγικής και συστηματικής οργάνωσης και στόχων από την Πολιτεία.
Την τελευταία δεκαετία επιχειρήθηκε η αναβάθμιση του Δημόσιου Σχολείου, με την επιλογή των καθηγητών με τους διαγωνισμούς του ΑΣΕΠ, με τη εισαγωγή νέων τεχνολογιών, με την επιμόρφωση των στελεχών, με την αλλαγή των αναλυτικών προγραμμάτων, αλλά οι προσπάθειες ήταν αποσπασματικές, ενταγμένες σε πρόσκαιρη χρηματοδότηση από Ευρωπαϊκά προγράμματα, χωρίς ξεκάθαρους στόχους, με συνέπεια να μη αποδώσουν τα αναμενόμενα. Η κυριότερη αιτία της αποτυχίας ήταν η νοοτροπία της στείρας άρνησης στην εισαγωγή κάθε νέας ιδέας, κυρίως από τις κομματικές συνδικαλιστικές ηγεσίες, που εγκλωβισμένες στις ιδεοληψίες τους δεν ήταν σε θέση να δουν την τραγική απαξίωση που οι ίδιοι προκάλεσαν. Έχουν τραγικές ευθύνες, αποτελούν και εκφράζουν μειοψηφικές γνώμες και επιδεικνύουν πλήρη ανεπάρκεια στις σημερινές αυξημένες απαιτήσεις της κοινωνίας και των Λειτουργών της Δημόσιας Εκπαίδευσης. Εκφράζουν τον εαυτό τους και τα κόμματα που με προσήλωση υπηρετούν, δεν είναι σε θέση να αφουγκραστούν τις αγωνίες των εκπαιδευτικών της τάξης, που αγωνιούν καθημερινά μαζί με τους μαθητές τους κάτω από φοβερά αντίξοες συνθήκες. Στο σημερινό σχολείο δεν έχουν γνώμη, ούτε θέση οι τωρινές συνδικαλιστικές ηγεσίες. Μόνο αν κάνουν την αυτοκριτική τους, αν ζητήσουν συγνώμη από τους χιλιάδες των καθηγητών, αν απαγκιστρωθούν από τα κόμματα και αν υπηρετήσουν με συνέπεια το λειτούργημα του καθηγητή μπορούν να κοιτούν στα μάτια τους συναδέλφους και να παλέψουν για τα συμφέροντα του κλάδου, για την αναβάθμιση του Δημόσιου Σχολείου, για το καλό των μαθητών και της δοκιμαζόμενης ελληνικής κοινωνίας.
Η κατάσταση στο Δημόσιο Σχολείο έφτασε σε οριακό σημείο, σε μια καμπή και πρέπει να ληφθούν σημαντικές αποφάσεις, που θα βάλουν τις βάσεις για το Σχολείο του 21ου αιώνα. Στο νέο Σχολείο δεν έχει θέση η αναξιοκρατία, το ρουσφέτι, ο κομματισμός, η αναξιοπιστία, η χαλαρότητα, αλλά η συλλογική δράση, η συνεργασία, ο σεβασμός στους κανόνες, η προσήλωση στους στόχους, η ανάδειξη του μαθητή ως κέντρο της Σχολικής ζωής μέσα από την διεπιστημονική δράση. Στο νέο σχολείο θα γίνεται αξιολόγηση, απολογισμός και επανατροφοδότηση. Χωρίς αυτά τα τρία βασικά συστατικά δεν μπορεί το σύγχρονο Σχολείο να επιτελέσει το ρόλο τους στην κοινωνία. Όλοι οι εμπλεκόμενοι, Πολιτεία, καθηγητές, γονείς και μαθητές πρέπει να εργαστούν από κοινού για την δημιουργία ενός Δημόσιου Σχολείου που θα απευθύνεται σε όλους του μαθητές, χωρίς διακρίσεις, χωρίς αποκλεισμούς και θα είναι ανταγωνιστικό ως προς την ποιότητα και την υψηλού κύρους παρεχομένη εκπαίδευση.
Αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί έξω από τις τοπικές κοινωνίες και την τοπική αυτοδιοίκηση. Τα Σχολεία είναι οργανισμοί που αντικατοπτρίζουν τα προβλήματα της κάθε τοπικής κοινωνίας και συνεπώς έχουν διαφορικές ανάγκες παρέμβασης. Αν θέλουμε ένα Δημόσιο Σχολείο, που θα είναι κύτταρο κοινωνικών αλλαγών και παρεμβάσεων μέσα από την παρεχόμενη μόρφωση και την ελεύθερη διακίνηση ιδεών, με στόχο την καλυτέρευση της κοινωνίας, πρέπει η κάθε Σχολική μονάδα να καταγράψει τα προβλήματα, να προτείνει διορθωτικές ενέργειες και λύσεις σε συνεργασία με τους τοπικούς φορείς. Έτσι θα αναδειχθεί η κάθε Σχολική μονάδα και ο απολογισμός θα είναι θετικός μετά από κάθε παρέμβαση. Για να μην έχουμε Σχολεία διαφορετικών ταχυτήτων και μεγάλων αντιθέσεων, πρέπει από την Πολιτεία να υπάρχει σαφές πλαίσιο και προσήλωση στους συμφωνηθέντες στόχους, με αντικειμενική και επιστημονική τεκμηρίωση της αξιολόγησης και των ενδεδειγμένων ενεργειών και το κυριότερο παρέμβαση με επιστημονικό προσωπικό, πόρους και υλικοτεχνική υποδομή εκεί που θα αναδειχθούν τα μεγαλύτερα προβλήματα. Έτσι, μέσα από την βελτίωση του σχολικού περιβάλλοντος θα οδηγηθούμε στην εξάλειψη κοινωνικών προβλημάτων που αφορούν στην μόρφωση των παιδιών, στην επανένταξη περιθωριακών μαθητών, την αποδοχή των μεταναστών, στην διαχείριση του περιβάλλοντος, στην συμμετοχή στα κοινά μέσα από τους συλλόγους γονέων. Πρέπει κάθε στιγμή να γνωρίζουμε ότι ένα υγιές Σχολείο αντικατοπτρίζει μια υγιή και ακμάζουσα κοινωνία.
Έχοντας όλα αυτά υπόψη μας μπορούμε και πρέπει να είμαστε θετικοί στην εισαγωγή της αυτοαξιολόγησης της Σχολικής μονάδας. Η ενέργεια αυτή του Υπουργείου Παιδείας αποτελεί βήμα προς τη σωστή κατεύθυνσης και καλώ όλους τους συναδέλφους να την στηρίξουν. Οι αντίθετες φωνές είναι πολλές, κυρίως από συνδικαλιστές που διαπιστώνουν ότι δεν προβλέπεται ρόλος γι’ αυτούς στο νέο Σχολείο. Εξάλλου τι ρόλο θα μπορούσαν να έχουν οι κομματικοδίαιτοι εργατοπατέρες σε ένα ανοιχτό, προοδευτικό, υψηλής ποιότητας, αναβαθμισμένο Σχολείο. Η εσωτερική αξιολόγηση, όπως προτάθηκε και πιθανότατα θα εφαρμοστεί ακολουθεί τα ποιοτικά πρότυπα ISO, όπως εφαρμόζονται και αφορούν οργανωτικά, διοικητικά και διαχειριστικά θέματα. Αποτελεί την αναγκαία βάση προκειμένου να έχουμε ασφαλή συμπεράσματα και θα οδηγηθούμε στην δεύτερη φάση των διαρθρωτικών αλλαγών και παρεμβάσεων με στόχο την βελτίωση του σχολικού περιβάλλοντος και της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Όλοι οι σοβαροί οργανισμοί, μεγάλα Πανεπιστήμια του εξωτερικού και αρκετά Ιδιωτικά Σχολεία στον τόπο μας λειτουργούν με τα πρότυπα ISO 9001 και 14001 και με αυτό τον τρόπο είναι σε θέση να ελέγχουν και να διατηρούν την ποιότητα των παρεχομένων υπηρεσιών. Ποιος είναι ο λόγος να υστερεί το Δημόσιο Σχολείο, το οποίο διαθέτει άριστο και έμπειρο εκπαιδευτικό προσωπικό και εξαιρετικό μαθητικό δυναμικό. Οι μαθητές των Δημόσιων Σχολείων και μάλιστα επαρχιακών σχολείων είναι που καταλαμβάνουν τις πρώτες θέσεις των Πανεπιστημίων μας και αριστεύουν στον επαγγελματικό στίβο. Τι έχουμε να φοβηθούμε από την αξιολόγηση, την προοπτική να γίνουμε καλύτεροι, να βελτιωθούμε; Δεν είναι δυνατό να πορευτούμε στο σύγχρονο και απαιτητικό παγκόσμιο περιβάλλον με την νοοτροπία της δεκαετίας του ’80 και του ’90, που με την κομματική επέλαση κατέρρευσε η δημόσια διοίκηση και απαξιώθηκε το Δημόσιο Σχολείο. Σήμερα είναι επιτακτική ανάγκη να ενωθούν στην κοινή προσπάθεια όλοι όσοι αγαπούν, νοιάζονται, μοχθούν και αγωνίζονται για να βελτιώσουν το Δημόσιο Σχολείο και να εμφυσήσουν ιδανικά και αρχές στους μαθητές. Δεν υπάρχει κανείς λόγος άρνησης στην αξιολόγηση, το σχολείο δεν κινδυνεύει από τους χορηγούς, αλλά από την απραξία, την νωθρότητα της σκέψης, την αναποτελεσματική διαχείριση, την κομματική νοοτροπία, την στείρα άρνηση, την ισοπέδωση προς τα κάτω, την καταπίεση των αρίστων, την κοινωνική απαξίωση.
Αναρωτιούνται κάποιοι: «Με πιστοποιητικά ποιότητα»....το αυριανό σχολείο; Η απάντηση: ΝΑΙ με πιστοποιητικά ποιότητα, γιατί αυτά με επιστημονικό και αντικειμενικό τρόπο θέτουν τα κριτήρια και τις βάσεις για την επιτυχή διοικητική διαχείριση, την αξιοπιστία και την βελτίωση της παρεχόμενης εκπαίδευσης. ΝΑΙ με πιστοποιητικά ποιότητας γιατί τα απαιτεί η κοινωνία. Πραγματικά σήμερα τα ποιοτικά χαρακτηριστικά απαιτούνται σε όλες τις πτυχές της κοινωνικής ζωής. Νοσοκομεία, μικροβιολογικά και αιματολογικά εργαστήρια, διαγνωστικά κέντρα, βιομηχανίες, βιοτεχνίες, καταστήματα πώλησης, τουριστικά θέρετρα, προϊόντα και υπηρεσίες προσφέρονται με πιστοποιητικά ISO. Θα μου πείτε αποτελεί καταναλωτικό προϊόν η Παιδεία και πρέπει να λειτουργεί με ISO. Η απάντηση είναι απλή, η ΥΓΕΙΑ και η ΠΑΙΔΕΙΑ είναι αγαθά που πρέπει να προσφέρονται από την Πολιτεία σε όλους τους πολίτες σε υψηλή ποιότητα, χωρίς περιορισμούς και εξαιρέσεις. Σε αυτή την προσπάθεια δεν έχουν θέση οι πειραματισμοί και οι υπόγειες διαδρομές του παρελθόντος, αλλά η εξασφάλιση της ποιότητας, που μπορεί να γίνει εφικτή μόνο αν ακολουθούμε αντικειμενικούς κανόνες και λειτουργούμε όχι μέσα σε ένα πλαίσιο αυθαιρεσίας, αλλά με επιστημονικά κριτήρια μέσα στο πλαίσιο προτυποποιημένων διαδικασίων.
Η Ελλάδα βρίσκεται κάτω από το μέσο όρο των 26 χωρών στις επιδόσεις των μαθητών στα μαθηματικά, στις αναγνωστικές ικανότητες, στις θετικές επιστήμες, στα ποσοστά συμμετοχής παιδιών 3 – 6 ετών στην προσχολική εκπαίδευση, στις δαπάνες ανά μαθητή. Είναι συνεπώς επιτακτική η ανάγκη παρεμβάσεων και η αυτοαξιολόγηση των Σχολικών Μονάδων αποτελεί χρυσή ευκαιρία για την καταγραφή των επιμέρους προβλημάτων μέσα στην κοινωνία του σχολείου και την δρομολόγηση λύσεων που θα βγάλουν το Σχολεία από το σημερινό αδιέξοδο και θα το οδηγήσουν στον 21ο αιώνα.
Στο σημείο αυτό πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί. Η ενασχόληση μέσα στο σχολείο είναι πολυσύνθετη και με φοβερές αντιθέσεις, αφού αφορά στην προσωπικότητα των μαθητών και στις κοινωνικές και οικογενειακές αντιθέσεις που αναγκαστικά εισέρχονται στο σχολικό περιβάλλον. Η δουλειά του εκπαιδευτικού είναι δύσκολη και απαιτητική και είναι δύσκολο να προτυποποιηθεί. Συνεπώς, πρέπει εξαρχής να οριοθετηθεί ο ρόλος και η αρμοδιότητα των εκπαιδευτικών, των γονέων και της Πολιτείας (Κεντρική διοίκηση και τοπική Αυτοδιοίκηση). Η υλικοτεχνική υποδομή και η ανεύρεση πόρων για την Παιδεία και την Σχολική Μονάδα πρέπει να είναι αρμοδιότητα της Πολιτείας. Ο χαρακτήρας της δωρεάν Παιδείας και των ίσων ευκαιριών δεν πρέπει να διαταραχθεί και η διανομή των πόρων από τον ιδιωτικό ή δημόσιο τομέα στις Σχολικές Μονάδες πρέπει να γίνεται χωρίς την συμμετοχή των εκπαιδευτικών. Οι καθηγητές θα μπορούν να διαπιστώνουν τα προβλήματα και να συμβάλλουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στην επίλυσή τους μέσα από Σύλλογο των διδασκόντων, χωρίς ατομικές προσεγγίσεις, αλλά με τρόπο ουσιαστικό και επιστημονικά καθοδηγούμενο.
Όλοι οι φορείς που εμπλέκονται στην λειτουργία του σχολείου, είναι επιβεβλημένο σε συνεργασία να ακολουθήσουν την αξιολογική διαδικασία, να καταγράψουν με τρόπο σαφή και αδιαμφισβήτητο όλες τις παραμέτρους της ενδοσχολικής ζωής, έτσι ώστε μακροπρόθεσμα να οδηγηθούμε στη δημιουργία ενός Σχολείου που αρμόζει στην μακραίωνη ιστορία μας και παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στην εδραίωση των αρχών, της αξιοκρατίας, της ισονομίας, της αποδοχής της διαφορετικότητας, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της ισότητας και συμβάλλει στην ανόρθωση της Κοινωνίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου